Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ενημερωτικός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ενημερωτικός -ή -ό [enimerotikós] Ε1 : που γίνεται για να ενημερώσει, που στοχεύει στην ενημέρωση: Ενημερωτική συνάντηση / συζήτηση. Ενημερωτικές εκπομπές (ραδιοφώνου κτλ.). ενημερωτικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. ενημερω- (δες ενημερώνω) -τικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go