Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ενδοπαράσιτο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ενδοπαράσιτο το [enδoparásito] Ο40 : παράσιτο που ζει στο εσωτερικό ζωικού ή φυτικού οργανισμού.

[λόγ. < γαλλ. endoparasite < endo- = ενδο- + parasite = παράσιτον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες