Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ενδοκρινικός -ή -ό [enδokrinikós] Ε1 : (φυσιολ.) που αφορά τους ενδοκρινείς αδένες, που σχετίζεται με αυτούς: Ενδοκρινικό σύστημα.
[λόγ. ενδοκριν(ής) -ικός]



