Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ενδογένεση η [enδojénesi] Ο33 : (βιολ.) παραγωγή κυττάρων στο εσωτερικό άλλων κυττάρων.
[λόγ. < νλατ. endogenesis < endo- = ενδο- + αρχ. γένε(σις) -ση]



