Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εναντιομορφία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εναντιομορφία η [enandiomorfía] Ο25 : η ομοιότητα πραγμάτων που το ένα είναι κατοπτρική εικόνα του άλλου· εναντιομορφισμός.

[λόγ. < γερμ. Εnantiomorphie < enantiomorph = εναντιόμορφ(ος) -ie = -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go