Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμπυροσκοπία η [embiroskopía] Ο25 : τρόπος μαντείας με βάση την παρατήρηση της καύσης σφαγίων θυσίας ή άλλων πραγμάτων (φύλλων, σπόρων κτλ.)· εμπυρομαντεία.
[λόγ. εμπυροσκόπ(ος) -ία]



