Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμπρόθετος 1 -η -ο [embróθetos] Ε5 : (γραμμ.) που εκφέρεται με πρόθεση 2: ~ προσδιορισμός. Εμπρόθετη εκφορά ενός συντακτικού όρου. Εμπρόθετη γενική.
εμπρόθετα & (λόγ.) εμπροθέτως ΕΠIΡΡ με πρόθεση 2: Ο δεύτερος όρος της σύγκρισης εκφέρεται ~. [λόγ. εμ- (δες εν-) πρόθε(σις) 2 -τος (διαφ. το μσν. εμπρόθετος δες εμπρόθετος 2)· λόγ. εμπρόθετ(ος) -ως]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμπρόθετος 2 -η -ο : (λόγ.) για ενέργεια που ξεκινάει από πρόθεση 1, που έχει κάποια επιδίωξη· (πρβ. σκόπιμος): H προσοχή είναι άλλοτε εμπρόθετη και άλλοτε αυθόρμητη.
εμπροθέτως ΕΠIΡΡ ύστερα από πρόθεση 1 ή σκοπιμότητα: Ενεργώ ~· (πρβ. σκοπίμως, συνειδητά). [λόγ. < μσν. εμπρόθετος < εμ- (δες εν-) πρόθε(σις) 1 -τος· λόγ. < μσν. εμπροθέτως < εμπρόθετ(ος) -ως]



