Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εμποροπανήγυρη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εμποροπανήγυρη η [emboropaníjiri] Ο33 : (λόγ.) μεγάλη υπαίθρια αγορά κάθε είδους προϊόντων και εμπορευμάτων, η οποία λειτουργεί για περιορισμένο χρόνο (μιας ή μερικών ημερών), περιοδικά και σε καθορισμένο τόπο· εμποροπάζαρο· (πρβ. παζάρι): Ετήσια / τοπική / περιφερειακή ~. Tη θέση των μεγάλων εμποροπανηγύρεων την πήραν οι σύγχρονες εμπορικές εκθέσεις. Στη σύγχρονη εποχή, ο θεσμός των εμποροπανηγύρεων έχει πάρει τη μορφή των περιοδικών εμπορικών εκθέσεων.

[λόγ. εμπορο- + πανήγυρ(ις) -η]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go