Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εμποριολόγος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εμποριολόγος ο [emboriolóγos] Ο18 θηλ. εμποριολόγος [emboriolóγos] Ο35 : επιστήμονας ειδικευμένος στην εμποριολογία.

[λόγ. εμποριο(λογία) -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go