Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- εμμέριμνος, επίθ.
-
- Γεμάτος φροντίδες:
- Νους … εμμέριμνος (Διγ. Z 1784).
[<πρόθ. εν + ουσ. μέριμνα. Η λ. τον 4. αι. (Lampe)]
- Γεμάτος φροντίδες:
ΞΞ½Ξ± εγχείΟΞ·ΞΌΞ± του ΞΞΞ½Ο„ΟΞΏΟ… Ελληνικής ΓλΟσσας Ξ³ΞΉΞ± την υποστήΟΞΉΞΎΞ· της ελληνικής Ξ³Ξ»Οσσας στη διαχΟΞΏΞ½Ξ―Ξ± της: Ξ±Οχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, Ξ½ΞΞ± ελληνική αλλά ΞΊΞ±ΞΉ στη συγχΟΞΏΞ½ΞΉΞΊΞ® της διάσταση.
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[<πρόθ. εν + ουσ. μέριμνα. Η λ. τον 4. αι. (Lampe)]
| © 2006 - 2008 Centre for the Greek Language | Copyright | Terms of Use |