Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εμβρυοτόμος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εμβρυοτόμος ο [emvriotómos] Ο18 : (ιατρ.) χειρουργικό εργαλείο για την εκτέλεση εμβρυοτομίας.

[λόγ. < ελνστ. ἐμβρυοτόμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες