Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμβολιοθεραπεία η [emvolioθerapía] Ο25 : (ιατρ.) η θεραπευτική χρησιμοποίηση εμβολίων για την ενίσχυση της άμυνας του οργανισμού.
[λόγ. εμβόλι(ον) -ο- + -θεραπεία μτφρδ. γαλλ. vaccinothérapie]



