Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ελαττωματικότητα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ελαττωματικότητα η [elatomatikótita] Ο28 : η ιδιότητα του ελαττωματικού πράγματος· (πρβ. ατέλεια).

[λόγ. ελαττωματικ(ός) -ότης > -ότητα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go