Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ελαιοχρωματισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ελαιοχρωματισμός ο [eleoxromatizmós] Ο17 : βαφή με ελαιόχρωμα.

[λόγ. ελαιοχρωματισ- (ελαιοχρωματίζω) -μός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες