Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εκχρηματισμός ο [ekxrimatizmós] Ο17 : (οικον.) η εισαγωγή του χρήματος ως μέσου οικονομικών συναλλαγών: Ο ~ των αγροτικών σχέσεων παραγωγής.
[λόγ. εκ- χρηματ- (χρήμα) -ισμός]



