Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εκφόρτωση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εκφόρτωση η [ekfórtosi] Ο33 : (λόγ.) ξεφόρτωμα: ~ οχήματος / πλοίου. ~ εμπορευμάτων.

[λόγ. εκφορτω- (δες εκφορτώνω) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες