Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εκδημοκρατισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εκδημοκρατισμός ο [ekδimokratizmós] Ο17 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εκδημοκρατίζω, μεταβολή μιας κατάστασης, μιας λειτουργίας, ενός συστήματος κτλ. σε δημοκρατικό ή περισσότερο δημοκρατικό: ~ της πολιτικής ζωής / της κοινωνίας / της νομοθεσίας / της δημόσιας διοίκησης / του στρατεύματος.

[λόγ. εκδημοκρατισ- (εκδημοκρατίζω) -μός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go