Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- εισεναντίον, επίρρ.· εισενάντιο· εισενάντιον.
-
- Εναντίον, κατά:
- επέμψανε … έναν κουμέσον εις την Βενετίαν εισενάντιον των αρχόντων (Σουμμ., Ρεμπελ. 183).
[<πρόθ. εις + επίρρ. εναντίον]
- Εναντίον, κατά: