Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εικοσάδα
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εικοσάδα η [ikosáδα] Ο26 αριθμτ. περιλ. : είκοσι ομοειδή πρόσωπα ή πράγματα που αποτελούν ένα σύνολο: Mια ~ αυγά.

[λόγ. < ελνστ. εικοσάς, αιτ. -άδα]

[Λεξικό Κριαρά]
εικοσάδα η· εικοσιάδα.
  • Σύνολο είκοσι ίδιων πραγμάτων:
    • πουλίτσια … εικοσάδα (Πουλολ. 197).

[μτγν. ουσ. εικοσάς. Η λ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go