Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ειδεμήτε, σύνδ.
-
- Αλλιώς, ειδάλλως:
- ει μεν έναι του Θεού, θέλω το τελειώσει, ειδεμήτε, θέλει λείπει (Καρτάν., Π. Ν. Διαθ. 14ν).
[<συνδ. ειδεμή + μόρ. τε]
- Αλλιώς, ειδάλλως: