Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εθνομουσικολόγος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εθνομουσικολόγος ο [eθnomusikolóγos] Ο18 θηλ. εθνομουσικολόγος [eθnomusikolóγos] Ο35 : επιστήμονας ειδικός στην εθνομουσικολογία.

[λόγ. < γαλλ. ethnomusicologue < ethnomusico(logie) = εθνομουσικο(λογία) -logue = -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go