Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εθνομουσικολογία η [eθnomusikolojía] Ο25 : κλάδος της μουσικολογίας που μελετά τη λαϊκή μουσική κάθε λαού καθώς και τη μουσική των πρωτόγονων λαών.
[λόγ. < γαλλ. ethnomusicologie < ethno- = εθνο- + musico logie = μουσικολογία]



