Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εθιμοτυπικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εθιμοτυπικός -ή -ό [eθimotipikós] Ε1 : που προβλέπεται από τους κανόνες της εθιμοτυπίας ή που γίνεται σύμφωνα με αυτούς: Εθιμοτυπική τελετή / επίσκεψη / προσφώνηση. Εθιμοτυπικοί κανόνες. εθιμοτυπικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. εθυμοτυπ(ία) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες