Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εγχείρημα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εγχείρημα το [enxírima] Ο49 : ενέργεια με την οποία επιδιώκει κάποιος ένα στόχο και η οποία απαιτεί κάποια μικρή ή μεγάλη τόλμη· τόλμημα, απόπειρα, προσπάθεια: Δύσκολο / παράτολμο / επικίνδυνο / άστοχο ~. H αποτυχία / η επιτυχία ενός εγχειρήματος. Tο εγχείρημά τους απέτυχε. H έκβαση ενός τέτοιου εγχειρήματος εξαρτάται από το θάρρος και την υπομονή που έχετε.

[λόγ. < αρχ. ἐγχείρημα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go