Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εγκαρδιότητα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εγκαρδιότητα η [eŋgarδiótita] Ο28 : ο χαρακτήρας, ο τρόπος ή το ύφος του εγκάρδιου: Mας υποδέχτηκε με μεγάλη ~. Οι συνομιλίες διεξήχθησαν σε κλίμα εγκαρδιότητας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Aτμόσφαιρα εγκαρδιότητας.

[λόγ. εγκάρδι(ος) -ότης > -ότητα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go