Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- δύοδις, επίρρ.· δυόδις.
-
- Δύο φορές δύο, τέσσερα:
- χιλιάδες δε γιανίτσαρους δυόδις (Αχέλ. 192).
[<αριθμητ. δύο + αριθμητ. επίρρ. δις]
- Δύο φορές δύο, τέσσερα: