Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δυσοίωνος -η -ο [δisíonos] Ε5 : που προμηνύει κτ. κακό, κάποια συμφορά. ANT ευοίωνος: Δυσοίωνη συγκυρία. Δυσοίωνα σημεία / σημάδια. || Δυσοίωνες προβλέψεις, πολύ απαισιόδοξες.
[λόγ. δυσ- οιων(ός) -ος]



