Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δραστικότητα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δραστικότητα η [δrastikótita] Ο28 : η ιδιότητα του δραστικού: H ~ ενός φαρμάκου / των αστυνομικών μέτρων.

[λόγ. δραστικ(ός) -ότης > -ότητα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go