Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δουλοκτησία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δουλοκτησία η [δuloktisía] Ο25 : το καθεστώς που επέτρεπε την αγορά και την κατοχή δούλων.

[λόγ. δουλοκτήτ(ης < δούλ(ος) -ο- + -κτήτης) -σία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες