Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: διαφύλαξη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διαφύλαξη η [δiafílaksi] Ο33 : η ενέργεια του διαφυλάσσω: Kύριο μέλημα όλων μας πρέπει να είναι η ~ της υγείας μας.

[λόγ. < ελνστ. διαφύλαξις (-σις > -ση)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go