Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διαπνοή
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διαπνοή η [δiapnoí] Ο29 : (βιολ.) η φυσιολογική λειτουργία των φυτών κατά την οποία αποβάλλεται από τους πόρους, κυρίως των φύλλων, νερό υπό μορφή υδρατμών: Άδηλη ~, η αντίστοιχη λειτουργία των πόρων του δέρματος.

[λόγ. < αρχ. διαπνοή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες