Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διαβολοσκόρπισμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διαβολοσκόρπισμα το [δjavoloskórpizma] Ο49 (συνήθ. πληθ.) : στη ΦΡ ανεμομαζώματα*, διαβολοσκορπίσματα.

[διαβολο- + σκόρπισμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες