Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δεσμίδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δεσμίδα η [δezmíδa] Ο26 : μικρή δέσμη, συνήθ. από χαρτιά: Mια ~ χαρτονομίσματα / εισιτήρια.

[λόγ. < αρχ. δεσμίς, αιτ. -ίδα `δεμάτι΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go