Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δερματίνη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δερματίνη η [δermatíni] Ο30 : τεχνητή ουσία που αντικαθιστά το δέρμα3 στην κατασκευή διάφορων αντικειμένων.

[λόγ. δερματ- (δέρμα) -ίνη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go