Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δενδροφύτευση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δενδροφύτευση η [δenδrofítefsi] & δεντροφύτευση η [δendrofítefsi] Ο33 : η φύτευση δέντρων σε μεγάλη έκταση, για λόγους κυρίως καλλωπιστικούς ή για αναδάσωση: Aποφασίστηκε η ~ όλων των κεντρικών δρόμων της πόλεως.

[λόγ. δένδρ(ον) -ο- + φύτευ(σις) -ση· προσαρμ. στη δημοτ. κατά τη λ. δέντρο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες