Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δενδροαποσκίασμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
δενδροαποσκίασμα το· δενδροαπεσκίασμα.
  • Σκιά δέντρου:
    • εις το δενδροαποσκίασμα να τρέχω να σιμώνω (Λίβ. Sc. 2233).

[<ουσ. δένδρον + αποσκίασμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες