Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δελτιογράφος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δελτιογράφος ο [δeltioγráfos] Ο18 : 1. αυτός που γράφει σε δελτία. 2. υπάλληλος της βουλής που συντάσσει την περίληψη των πρακτικών που διανέμεται στον τύπο.

[λόγ. δελτί(ον) -ο- + -γράφος 1]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες