Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δεινότητα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δεινότητα η [δinótita] Ο28 : η ιδιότητα του δεινού, κυρίως η ιδιαίτερη ικανότητα την οποία έχει κάποιος σε έναν τομέα: Ρητορική ~.

[λόγ. < αρχ. δεινότης, αιτ. -ητα `η ιδιότητα του τρομερού, εξυπνάδα΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go