Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δακτυλιοειδής -ής -ές
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δακτυλιοειδής -ής -ές [δaktilioiδís] Ε10 : που έχει το σχήμα δακτυλίου.

[λόγ. δακτύλι(ος) -ο- + -ειδής μτφρδ. γαλλ. annulaire]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες