Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: δέηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δέηση η [δéisi] Ο33 : προσευχή που απευθύνεται προς το Θεό ως παράκληση ή ικεσία: Στις εκκλησίες αναπέμπονται δεήσεις. || Δέηση, εικονογραφική παράσταση με το Xριστό στο κέντρο, αριστερά την Παναγία και δεξιά τον Πρόδρομο.

[λόγ. < μσν. δέη(σις) -ση, αρχ. σημ.: `έντονη παράκληση΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go