Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δάνεισμα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δάνεισμα το [δánizma] Ο49 : (προφ.) ο δανεισμός.

[αρχ. δάνεισμα]

[Λεξικό Κριαρά]
δάνεισμα το.
  • Δανεισμός:
    • (Ασσίζ. 2521).

[αρχ. ουσ. δάνεισμα. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες