Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γραμματοσυλλέκτης
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γραμματοσυλλέκτης 1 ο [γramatosiléktis] Ο10 : υπάλληλος του ταχυδρομίου που μαζεύει τις επιστολές από τα γραμματοκιβώτιαα: Εργάζεται ως ~.

[λόγ. γραμματο-2 + συλλέκτης]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γραμματοσυλλέκτης 2 ο θηλ. γραμματοσυλλέκτρια [γramatosiléktria] Ο27 : συλλέκτης γραμματοσήμων· φιλοτελιστής.

[λόγ. γραμματο-3 + συλλέκτης· λόγ. γραμματοσυλλέκ(της) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες