Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γραΐδιο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γραΐδιο το [γraíδio] Ο40 : (μειωτ.) η γριά.

[λόγ. < αρχ. γραΐδιον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες