Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γνωμάτευση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γνωμάτευση η [γnomátefsi] Ο33 : η έκφραση έγκυρης γνώμης από τον ειδικό· (πρβ. γνωμοδότηση): Iατρική ~.

[λόγ. γνωματεύ(ω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go