Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γλυκόζη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γλυκόζη η [γlikózi] Ο30α : στερεό κρυσταλλικό σώμα, ευδιάλυτο στο νερό, με γλυκιά γεύση, που χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και στην παρασκευή οινοπνεύματος. || (φαρμ.) ~ του αίματος.

[λόγ. < γαλλ. glucos(e) < αρχ. γλεῦκ(ος) με προσαρμ. προς τη λ. γλυκύς]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go