Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γλαδιόλα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γλαδιόλα η [γlaδjóla] Ο25 : καλλωπιστικό φυτό με λογχοειδή μυτερά φύλλα και όρθιο ανθοφόρο στέλεχος. || το λουλούδι.

[γλαδίολος, μεταπλ. σε θηλ. κατά το βιόλα 2]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go