Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γκίνια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γκίνια η [gía] Ο25α : κακοτυχία, αναποδιά στα χαρτιά. ANT ρέντα: Είχα μεγάλη ~ χτες βράδυ. Mωρέ ~ απόψε! || (έκφρ.) έσπασε / θα σπάσει η ~, θα έρθουν καλύτερες μέρες.

[ιταλ. ghigna]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες