Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γιουγκοσλαβικός -ή -ό [jugoslavikós] Ε1 & γιουγκοσλάβικος -η -ο [jugoslávikos] Ε5 : που ανήκει ή που αναφέρεται στη Γιουγκοσλαβία ή στους κατοίκους της ή προέρχεται από αυτή ή από αυτούς· (πρβ. σερβικός): Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση. Γιουγκοσλαβικά προϊόντα. Γιουγκοσλαβική οικονομία / πρωτεύουσα.
[λόγ. Γιουγκοσλαβ(ία) -ικός < σλαβ. Jugoslavija· γιουγκοσλαβ(ικός) -ικος]



