Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γεφυροποιία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γεφυροποιία η [jefiropiía] Ο25 : η κατασκευή γεφυρών. || σύνολο γνώσεων που αφορούν την κατασκευή γεφυρών.

[λόγ. γεφυροποι(ός) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go