Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γεροντίαση η [jerondíasi] Ο33 : (ιατρ.) πάθηση κατά την οποία εμφανίζονται γεροντικά χαρακτηριστικά σε νεαρά άτομα· γεροντισμός.
[λόγ. γεροντ(ισμός) + -ία(σις) -ση]



